Εν Λευκώ.

Αν και η χώρα δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει να ζει τη μεγάλη ζωή που της επέβαλαν οι άχρηστοι, οι δήθεν και οι άσχετοι που την κυβέρνησαν από τη «μεταπολίτευση» και μετά,  ηρθε η μέρα που το πληρώνει σε χρήμα ή και πιθανόν και σε αίμα. Προς το παρόν το πληρώνει σε χρήμα, αλλά κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος τι μας ξημερώνει.

Μπορεί να «κουρέψουν» και πάλι το χρέος όπως θεωρεί η Suddeutsche Zeitung σχολιάζοντας τη διετή επιμήκυνση στο πρόγραμμα προσαρμογής της Ελλάδας, ώστε να καταστεί πιό ανεκτή αυτή η οικονομική επιβάρυνση. Αυτό όμως αν και δεν είναι μια φθηνή λύση,  μια εθνική πτώχευση θα ήταν πολύ πιο ακριβή. Αυτό θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες για ό,τι έχει απομείνει από αυτό που -παλιά- αποκαλούσαμε «ελληνικό λαό». «Ελάτε τώρα» έλεγε μια κατσαρίδα, «αυτοί είναι οι κύκλοι του καπιταλισμού». «Ελάτε εσείς» απαντούσα, με την ευγένεια που με διακρίνει όταν απευθύνομαι σε κατώτερες μορφές ζωής. Αυτή είναι η αρχή της μητέρας όλων των κρίσεων, το τέλος του παλαιού κόσμου και η αρχή ενός νέου, που ελάχιστοι γνωρίζουν πού θα οδηγήσει. Και να ήταν μόνο τα σχόλια των αγράμματων. Δε θα με πείραζε. Από σκουπίδια γεννήθηκαν, στη χωματερή θα καταλήξουν. Άλλα με έκαναν να βγαίνω από τα ρούχα μου.

Πάντα ήμουνα γκρινιάρης με αυτά που έβλεπα να γίνονται γύρο μου πιθανόν απαισιόδοξος, και δεν έβλεπα μου έλεγαν πολλοί το μεγαλείο της «ισχυρής Ελλάδας». Αυτά και δεκάδες άλλους χαρακτηρισμούς μου απένειμαν οι σοροτρόφιμοι κομπλεξικοί, λεφτάδες, αρωματισμένοι αργυραμοιβοί και, πέρα και πάνω από όλα, τα ενεργούμενα των «δύο μεγάλων κομμάτων». Δε χαίρομαι που είχα δίκιο. Λυπάμαι για τους χαμένους αγώνες και τις ευκαιρίες για τη χώρα. Για τους νέους που αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν, τις εκατοντάδες ώρες που ξόδεψα για να πείσω κάποιον βλάκα για την ανάγκη να γίνει το ένα ή το άλλο πράγμα. Τώρα πια είναι αργά. Η χώρα θα μείνει στην Ευρωζώνη, γιατί, αν φύγει, το οικοδόμημα θα καταρρεύσει. Όμως, κανένα κούρεμα, καμία εκτύπωση πληθωρικού χρήματος, καμία -παραληρηματική- δήλωση του ηγεμόνα για τις «θυσίες του ελληνικού λαού» δεν πρόκειται να σώσει την Ελλάδα.

Τα όσα είπε ο πρωθυπουργός στους δημοσιογράφους μετά τη συνάντηση με τον Πρόεδρο της Κομισιόν το βράδυ της Κυριακής, τα σουαχίλι αγγλικά του Βενιζέλου και τα College English του Σαμαρά ήταν χαρακτηριστικά του πανικού τους. Η Νέα Κατοχή δε θα πραγματοποιηθεί με τη χρήση σιδερόφρακτων μεραρχιών. Αυτά είναι πράγματα πασέ που η «διεθνής κοινότης» εφαρμόζει στο Ιράκ, στη Λιβύη, στο Ιράν και, κάποια στιγμή, στην... Τουρκία. Η Νέα Κατοχή θα γίνει με την άφιξη 300-400 επιτηρητών που θα ελέγχουν τις μαριονέτες του πολιτικού μας συστήματος.

Ύστερα από 37 χρόνια ανάπτυξης με δανεικά κι αγύριστα, μετά την παραίσθηση των Ολυμπιακών Αγώνων και πολιτικές πρωτοβουλίες η οργάνωση και η εκτέλεση των οποίων θύμιζαν κωμωδίες του βωβού κινηματογράφου, η χώρα γονάτισε. Εκτός από τα κομματόσκυλα, στο γεμάτο πληγές σώμα της αφόδευσε η πιο ξεφτιλισμένη κοινωνική τάξη της ΕΕ: αυτή του τραχανοπλαγιάδικου lifestyle. Οι οθόνες της τηλεόρασης και οι σελίδες των εντύπων της κλειδαρότρυπας έδωσαν τον τόνο. Τα υποπροϊόντα του εκπαιδευτικού συστήματος «την άκουσαν» μοντέλες και face controller και τα πρότυπα εμφανίστηκαν στις οθόνες της τηλεόρασης, στους δρόμους, στα πάντα. Γέμισε ο τόπος ξανθιές (με μαύρες ρίζες), πλημμύρισαν οι οθόνες από γυναικείο κρέας και από ανδρόγυνα σε κατάσταση μανιακής ευτυχίας.

Για 37 χρόνια κάτω από την επίβλεψη των 5,5 της μεταπολίτευσης, η Δημοκρατία μετατράπηκε σε καρικατούρα της Ιδέας, καθώς στρατοί γαλαζοπράσινων «αγωνιστών», κολεγιόπαιδων και -σε κεχαριτωμένες περιπτώσεις- pink υπουργών, γραμματέων και συμβούλων κατέλαβαν το κράτος, μετατρέποντάς το σε ένα μεταμοντέρνο οίκο ανοχής. Οι δημόσιες υπηρεσίες γέμισαν σακάκια. Ένα που φορούσε ο βολεμένος κι ένα στην κρεμάστρα για το «μόλις βγήκε, θα επιστρέψει, το σακάκι του είναι εδώ». Από την άλλη, 30-40 οικογένειες κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών πήραν «όλο το χαρτί». Οι δρόμοι της χώρας πλημμύρισαν «μερσεντέ κομπρέσορ», μπέμπες και τζιπούρες. Νεαρά καλόπαιδα κυκλοφορούσαν με Χάμερ, κοσμικά αιδοία εμφανίστηκαν με M3, M4, M5 και το λουρί της μάνας. 37 χρόνια απόλυτης ξεφτίλας, που επιβλήθηκε από τους σωτήρες που, δυστυχώς, επέλεξε ο λαός. Μα, τότε, λένε ορισμένοι, υπεύθυνος είναι και ο λαός, και τότε είναι που αισθάνομαι σαν serial killer. Είναι, αλλά το ψάρι βρομάει απ’ το κεφάλι.

Οι ηγέτες έδωσαν το παράδειγμα, τον τόνο, τις εντολές, τις κατευθύνσεις. Αυτοί επέλεξαν στρατηγούς, συνταγματάρχες και λοχαγούς. Αυτοί εξαγόρασαν και έμαθαν το λαό να συμπεριφέρεται σαν κατακτητής στην ίδια του τη χώρα. Ο ένας με την -δήθεν- «αλλαγή», ο άλλος με τις «ακόμα καλύτερες ημέρες», ο τρίτος με τον «εκσυγχρονισμό», ο τέταρτος με την «επανίδρυση» και ο πέμπτος και καλύτερος με το ΔΝΤ, το κούρεμα και την επιλεκτική χρεοκοπία!

Τις ώρες που έγραφα αυτό το σημείωμα, οι ηγέτες του Cartoon Network ήταν στις Βρυξέλες για να πληροφορηθούν το μέλλον μας από τους κατακτητές που αυτοί έφεραν στη χώρα! Καταπληκτικό; Μπα... Ίσως επειδή δεν έχετε συνειδητοποιήσει ότι αυτοί απαιτούν από το λαό να πληρώσει για τα εγκλήματά τους! Όλοι μαζί να ξεπεράσουμε την κρίση κρώζουν τα παπαγαλάκια τους. Να βάλουμε πλάτη για να βγούμε από την κρίση λένε μαζί  Αλέξης, Μαρία, Φώτης, Πάνος, Ντόρα, Βαγγέλης, Αντώνης, Γιώργος, Γιωργάκης, Αντωνάκης και το λουρί της μάνας. Ποιοι να βάλουν πλάτη, ρε ? Αυτοί που εσείς μάθατε να ζουν πέρα και πάνω από τις δυνάμεις τους ? Που κατακλέψατε με τις πολιτικές σας ? Που πουλήσατε, εξαγοράσατε, διακορεύσατε, γονατίσατε με τα σκάνδαλά σας ?

Κάποιοι λένε πως  κανείς σοβαρός άνθρωπος δεν επιτρέπεται να ονειρεύεται την αγορά μιας βαμμένης λαμαρίνας με τέσσερις ρόδες και μηχανή, αλλά όλοι οι σοβαροί άνθρωποι πρέπει να έχουν στόχο τη σχεδίαση και την κατασκευή της στη χώρα τους. Όπως πολλά από τα πράγματα που κάναμε στις παλιές Τ.Ε., έτσι και το «όνειρο» να φτιαχτεί έστω και μία ζάντα στην Ελλάδα καταποντίστηκε στο λαβύρινθο των διαπλεγμένων συμφερόντων εισαγωγέων και πολιτικών. Όποιος έφτιαχνε κάτι, ακόμα και μια τρίκυκλη μοτοσικλέτα, «έτρωγε» μια μήνυση ή αγωγή και περνούσε την υπόλοιπη ζωή του στα δικαστήρια για να αποδείξει ότι δεν είναι εχθρός του λαού!

Οι δεκαετίες πέρασαν, σχεδόν ολα όσα θαύμαζα και πίστευα χάθηκαν και είναι σαν να βαδίζω/βαδίζουμε σε κινούμενη άμμο. Πάντα θα υπάρχει η διαφορά της παλιάς του Άλφα Ρομέο και της «μερσεντέ» του εργολάβου. Αναπολώ την «εποχή της αθωότητας», που ποτέ δεν υπήρξε, απλώς μας είχαν μάθει να είμαστε αθώοι. Πάντα έλεγα  πως με τη δουλειά μου «έδωσα το παράδειγμα», άρα πρέπει να μη στενοχωριέμαι με τις εξελίξεις στη ζωή μου. Μα, δε στενοχωριέμαι. Θυμωμένος είμαι! Αν ζούσα στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του '30 η ακόμα και του ’70, θα πέταγα τους λωποδύτες στο ποτάμι δίπλα στις πολλές παλιές αποθήκες του Μanhattan με ένα μπλόκι στο πόδι! Πώς, λοιπόν, να απαντήσω σε εκείνους που υπενθυμίζουν την εποχή της «αθωότητας», όταν εδώ και μερικά χρόνια παρακολουθώ την καταστροφή της Ελλάδας ?

Η θέση μου τα τελευταία χρόνια εκφράζεται από δυο, τρεις φράσεις που λέγαμε παιδιά για να περιγράψουμε το αδιέξοδο... «Μαμά! Μπροστά μου είν’ ένα φίδι. Να το σκοτώσω δεν μπορώ, να φύγω δε μ’ αφήνει». Το όνομα, και η αξιοπρέπειά μου  εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ο Δημοσιογράφος κάνει Λειτούργημα, και όχι επάγγελμα, αλλα πάντα όλα πωλούνται στα καπηλειά της διαφημιστικής ματαιδοξίας και του εύκολου χρήματος. Το ίδιο ισχύει για το Δημοσιογράφο, που υπηρετεί μόνο το χρήμα, το χρηματιστήριο και τα βαριά του κόμπλεξ, επειδή δεν τον βύζαινε η μάνα του, τον κεράτωνε η γυναίκα του και ο λεβιές της πόρσε ήταν δέκα φορές μεγαλύτερος απ’ το «νικολάκη» του. Ο Δημοσιογράφος για εμένα πρέπει να λειτουργεί πάντα μόνο ως δημοσιογράφος.

Τον τελευταίο καιρό οι φίλοι μου λένε. Ξέχασέ το. Κοίτα εμπρός! Εμπρός πού; Στους Ραφηνάτο, Γοδεφρείδο, Gollum, Κόμη Δράκουλα, Ντοραμπάκ, Αντουάν, Ρουσόπουλο, Πεταλωτή, Τζερούλανος και στα λοιπά μέλη της παιδικής χαράς που κυβέρνησε και κυβερνά τη χώρα; Στην Παιδεία, που πνέει τα λοίσθια; Στο ΔΝΤ και στην ΕΚΤ; Κάτω από τις παρούσες συνθήκες, δεν υπάρχει εμπρός, αλλά μόνο πίσω, και το μόνο που απόμεινε είναι οι αναμνήσεις από την καλή εποχή . Πού θα πάει η ιστορία; Όπως λέει και ο -συμπαθής πωλητής βιβλίων- Λιακόπουλος, ο καιρός γαρ εγγύς. Εις το επανίδειν._